Σύντομο Ιστορικό Αμφίκλειας
Παρνασσός, όρος επιβλητικό, αγέρωχο, που οι αρχαίοι τον έλεγαν «ιεροπρεπή», «δικόρυφο» και «δικόρυμβο».
Ιεροπρεπή μεν, από το ιερό των Δελφών και δικόρυφον από τις δύο κορυφές του, τη Λιάκουρα (2457μ.) και τον Γεροντόβραχο (2435μ.) που κατά την αρχαιότητα χρησιμοποιούνταν ως άλλος Καιάδας.
Το όρος πήρε το όνομά του από τον αρχαίο ήρωα Παρνασό, που επιστεύετο ότι ήταν γιος του Ποσειδώνα και της νύμφης Κλεοδώρας. Ο ήρωας Παρνασός είχε κτίσει πάνω στο όρος αυτό ομώνυμη πόλη η οποία καταστράφηκε στον κατακλυσμό του Δευκαλίωνος κατά τη μυθολογία. Ο Παρνασσός θεωρείται κατοικία του Απόλλωνα και κατά τον Όμηρο εδώ τραυματίστηκε ο Οδυσσέας από αγριόχοιρο ενώ κυνηγούσε. Επίσης κατά τη μυθολογία ο Παρνασσός ήταν άντρο νυμφών με ονομαστό το Κωρύκιον άντρο και εδώ υπήρχε το ιερό του θεού Πανός και ο βωμός του Διονύσου. Στις Β.Α. πλαγιές του ιστορικού αυτού όρους βρίσκεται χτισμένη η πόλη της Αμφίκλειας. Η ιστορία της πόλης μας αρχίζει από τους προϊστορικούς χρόνους και φθάνει μέχρι τις μέρες μας. Σύμφωνα με τους ιστορικούς η θέση της αρχαίας Αμφίκλειας ήταν στη θέση που σήμερα βρίσκεται το νεκροταφείο της πόλης επί του λόφου που υπάρχει εκεί και όπου σώζεται μέχρι και σήμερα μέρος των τειχών της Ακρόπολης και ο Πύργος αυτής που ονομάζεται «Παλαιόκαστρο».
Η πρώτη τοπωνυμία της Αμφίκλειας ήταν Οφιτεία που σημαίνει τον τόπο διαμονής κάποιου όφεως. Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας που διέσωσε το σχετικό μύθο στα φωκικά του μας ενημερώνει, ότι ο άρχοντας των πρώτων κατοίκων που ήταν Πελασγοί, μόλις απέκτησε τον διάδοχό του τον έκρυψε σε ένα πιθάρι για να τον σώσει από πιθανή συνομωσία. Ένας λύκος όμως που κατέβηκε από τον Παρνασσό επιτέθηκε στο παιδί. Τότε ένα φίδι (σύμβολο του Διόνυσου) που ήταν κουλουριασμένο γύρω από το πιθάρι απώθησε τον λύκο και έσωσε το παιδί. Ο άρχοντας όμως βλέποντας το φίδι κουλουριασμένο γύρω από το γιο του νόμισε ότι θέλει να το πνίξει και με το ακόντιο του σκοτώνει το φίδι και ταυτόχρονα σκοτώνει και το διάδοχό του. Έτσι η πόλη ονομάστηκε Οφιτεία. Στην προϊστορική Οφιτεία λατρεύονταν ο θεός Διόνυσος με την τέλεση των Διονυσιακών οργίων (άναμμα φωτιάς και χοροί) κατάλοιπα των οποίων είναι και τα χέϊ που ανάβουν οι Δαδιώτες ακόμα και σήμερα κατά τη διάρκεια των Αποκριών.
Η δεύτερη -μεταγενέστερη- ονομασία είναι Αμφίκαια η οποία αποκτήθηκε μετά την εγκατάσταση των Φωκέων και Δωριέων οι οποίοι απώθησαν τους Πελασγούς. Ως Αμφίκαια την αναφέρει και ο Ηρόδοτος που άκμασε στα Μηδικά. Η ακριβής γραμματική προέλευση της λέξεως δεν είναι γνωστή. Αποτελεί συνέχεια και διαδοχή τη προϊστορικής Οφιτείας. Η λατρεία του Θεού Διόνυσου άρχισε από εδώ και θα συνεχισθεί για πολλά χρόνια και όταν ακόμη η πόλη θα πάρει το όνομα Αμφίκλεια.
Αμφίκλεια είναι το τρίτο και νεώτερο όνομα πριν πάρει κατά το Μεσαίωνα το όνομα Δαδί. Ο Παυσανίας και πάλι μας πληροφορεί ότι η Αμφίκαια μετονομάσθηκε σε Αμφίκλεια κατά το έτος 346 π.χ. μετά από διαταγή των Αμφικτιόνων, εις αιωνία μνήμη και δόξα των πόλεων της Φωκίδος που χάθηκαν κατά τον δεύτερο Φωκικό πόλεμο. Πιθανώς η λέξη Αμφίκλεια είναι το θηλυκό το Αμφικλος και Αμφικλής αφού και το Αμφίκλεια φέρεται ως κύριο όνομα γυναικών. Το πρώτο συνθετικό «αμφί» σημαίνει τα πέριξ, τα εκατέρωθεν και το δεύτερο η λέξη «κλέος» σημαίνει δόξα, φήμη έπαινος. Αρα το τοπωνύμιο Αμφίκλεια σημαίνει την περίδοξο, την περίφημο, την επιφανή και δοξασμένη πόλη.
Η Αμφίκλεια από τους
Βυζαντινούς χρόνους και μετά μετανομάσθηκε σε Δαδί ή Δαδίον. Το πότε ακριβώς
έγινε αυτό και γιατί δεν υπάρχουν μαρτυρίες. Πάντως η λέξη δαδί είναι
υποκοριστικό της λέξεως «δας» που προέρχεται από το ρήμα δαίω που σημαίνει βάζω
φωτιά, καίω. Το όνομα Δαδί διατηρήθηκε μέχρι το 1915 ώσπου με νόμο του
Υπουργείου Εσωτερικών η πόλη έλαβε την τελική ονομασία Αμφίκλεια.